Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό μέρος του νησιού, 52χλμ από την πόλη της Ρόδου , στην περιφέρεια του χωριού Λόρδος. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα ήταν γνωστή ως Μονή του Ύψους. Από τις αρχές του 20ου αιώνα επικράτησε η ονομασία Υψενή. Στην τοπική διάλεκτο η Παναγία του Ύψους αποδίδεται ως Υψενή, όπως η του Σκιαδίου ως Σκιαδενή και του Ασκληπειού ως Ασκληπενή. Στην πορεία λησμονήθηκε το πρώτο όνομα της και επικράτησε να ονομάζεται με την προσωνυμία της Θεοτόκου, ως Μονή Παναγίας της Υψενής.
Η σημερινή μονή χτίσθηκε στο χώρο παλαιοχριστιανικής Βασιλικής και μεταγενέστερης βυζαντινής μονής από τον Όσιο Μελέτιο. Η ανέγερση του Καθολικού, σύμφωνα με την επιγραφή της εισόδου του, χρονολογείται περί το έτος 1855. μετά τον Όσιο Μελέτιο ηγουμένευσαν ο Γρηγόριος ο Λίνδιος (Μανωλάς) και ο παπά Σάββας. Ακολούθως η μονή υπάχθηκε στην ενορία της Λάρδου. Εκεί τους νεότερους χρόνους εγκαταβίωσε για ικανό χρονικό διάστημα ο Αρχιμ. Σεραφείμ Παρχαρίδης, ο οποίος επιμελήθηκε τη συντήρηση των παλαιών κτηρίων και οικοδόμησε νέα για τις ανάγκες των προσκυνητών.
Η αναβίωση της άρχισε το έτος 1992 από τον Αρχιμ. Αμφιλόχιο Τσούκο (νυν Μητροπολίτη Νέας Ζηλανδίας), ο οποίος εγκατέστησε εκεί αδελφότητα μοναζουσών με πρώτη ηγουμένη την μοναχή Ευγενία. Τα επόμενα έτη ανακαινίστηκε το Καθολικό και τα υφιστάμενα κτήρια και ανοικοδομήθηκαν νέα. Το μοναστηριακό συγκρότημα σήμερα αποτελείται από πολλά κτίσματα, πλήρως ανακαινισμένα (Καθολικό, τράπεζα , μαγειρεία, αρχονταρίκι, κελιά, ξενώνες και εργαστήρια).
Το Καθολικό είναι μονόκλιτη σταυροθολιακή βασιλική δωδεκανησιακού τύπου με ανοικτό εξωνάρθηκα, στον νότιο τοίχο του οποίου, συνεχόμενη με το ξυλόγλυπτο τέμπλο, βρίσκεται η εφέστια εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου (14ου αιώνα). Το δάπεδο του Καθολικού και μέρος του αύλειου χώρου καλύπτεται με βοτσαλωτό.
Εντός της μονής υπάρχει το παρεκκλήσιο των φωτιστών των Σλάβων Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου και σε μικρή απόσταση από αυτήν βρίσκονται τα εξωκκλήσια του Αγίου Νεκταρίου και της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής. Στο λόφο επάνω από την μονή υψώνεται μεγάλων διαστάσεων Σταυρός και κατά μήκος του μονοπατιού, που οδηγεί στην κορυφή υπάρχουν δώδεκα προσκυνητάρια με ισάριθμες παραστάσεις από την πορεία του μαρτυρίου.
Σήμερα στην μονή εγκαταβιώνουν 15μοναχές υπό την πνευματική καθοδήγηση της ηγουμένης Μαριάμ. Ασχολούνται με την αγιογραφία, το ράψιμο, την καλλιέργεια της γης (αμπέλια, ελαιόδεντρα, κηπευτικά ) και την κατασκευή εικόνων σε φυσικό ξύλο.
Πανηγυρίζει την 23η Αυγούστου κατά την Απόδοση της εορτής της Κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου, την Τετάρτη της Διακαινησίμου (Σύναξη της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας Υψενής) και την 12η Φεβρουαρίου (μνήμη Οσίου Μελετίου).
Τα πολλά και εξακριβωμένα θαύματα της Παναγίας Υψενής και του κτίτορος Οσίου Μελετίου , η εξαίρετη τοποθεσία, αλλά και η υποδειγματική φιλοξενία των μοναχών συντελούν ώστε πολλοί προσκυνητές να συρρέουν στην σεβάσμια μονή, για να προσκυνήσουν την θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου, την κάρα του Οσίου Μελετίου και τα λείψανα πολλών Αγίων, που φυλάσσονται σε αυτήν.