Το Αιγαίο Πέλαγος υπήρξε πάντοτε γέφυρα επικοινωνίας μεταξύ ηπείρων, κοιτίδα πολιτισμών και πηγή έμπνευσης και δημιουργίας. Μέσω αυτού διακινήθηκαν αγαθά και ιδέες. Υπήρξε το σταυροδρόμι όπου συναντήθηκαν νοοτροπίες και πολιτισμοί τριών διαφορετικών ηπείρων. Ο Αιγαιοπελαγίτης άνθρωπος, έμπορος και ναυτικός βρισκόταν στο κέντρο αυτής της συνάντησης, αν δεν ήταν αυτός ο ίδιος που την προκαλούσε. Έτσι είχε τη δυνατότητα να κρίνει και να συγκρίνει ιδέες και να διαμορφώνει τη δική του άποψη. Στον αιγαιακό κόσμο κυριαρχεί η ανθρώπινη ταπεινή κλίμακα. Επικράτησε ένας ανθρωποκεντρικός πολιτισμός, στη νόρμα του οποίου ακόμα και η παράσταση του θείου πήρε ανθρώπινη μορφή.
Σε αυτό το πνεύμα κινείται η δημιουργία του Ομήρου, η Οδύσσεια το «έπος της θάλασσας» με τους πλατείς ορίζοντες , με τις πολλές μέρες που ξημερώνουν πάνω σε άγνωστους απάτητους τόπους [1]. Τον αγώνα τούτο με τις αντίδικες δυνάμεις του πελάγους τον κερδίζει ο άνθρωπος, η θέληση του Οδυσσέα δίνει στο έπος ένα τέλος – την Ιθάκη.
H θαλασσινή αιγαιοπελαγίτικη εμπειρία αποτελεί μόνιμο, προσφιλές και συχνά κεντρικό θέμα των Ελλήνων συγγραφέων και ποιητών, από την εποχή των αρχαίων λυρικών ως την εντελώς σύγχρονη παραγωγή. Παρά τη χρονική απόσταση έχουμε να κάνουμε με το επαναλαμβανόμενο θέμα ενός και του αυτού ανθρώπινου τύπου, ο οποίος επιβιώνει μεταγγίζοντάς μας αισιοδοξία και αλληλεγγύη για τη διαχρονική θαλασσινή περιπέτεια του Έλληνα.
Στην πνευματική ζωή της Ελλάδας παρατηρείται μετά το 1930, αυξανόμενο ενδιαφέρον καθώς και μια λαχτάρα για γνήσια, άμεση ελληνική ζωή, με επίκεντρο το Αρχιπέλαγος του Αιγαίου.
Στα 1936, κυκλοφόρησε ένας τόμος εντυπώσεων από το Αιγαίο του Μαρινιάκ[2]. Τό βιβλίο αυτό το κάνει εξαιρετικά ενδιαφέρον ένας σύντομος, αλλά αποκαλυπτικός, πρόλογος του Πώλ Βαλερύ. Ο Βαλερύ με τόνους βαθύτατα νοσταλγικούς μιλάει για τα ελληνικά νησιά κι ομολογεί πώς αυτά οραματιζόταν, όταν ιχνογραφούσε τα λυρικά νησιά της «Νέας Μοίρας»: « Ποτέ μου δεν είδα, κι ίσως ποτέ δε θ’ αντικρίσω τα διάσημα, νησιά της Ελλάδας. Θα μείνουν, ίσως, για μένα, πρόσωπα μυθικά με μουσικά και μαγικά ονόματα, και με ζώνες από αφρούς: ένας λαός ευγενικός από πέτρα σπαρμένη στη θαυμαστή θάλασσα, εκεί στον ορίζοντα του πνεύματός μου. Τα δοξολόγησα άλλοτε, αυτά τα νησιά, έτσι σαν ιδεατά Αντικείμενα, και τα πήρα για είδωλα και σύμβολα της πιο καθαρής ποίησης:
Νησιά — Έλεγα — θεότητες από ρόδο κι αλάτι
κι από τα πρώτα παιχνιδίσματα τον νέου φωτός!
Είναι γιατί βρίσκω μέσα στη φύση μου κάτι το απροσδιόριστο’ νησιωτικό, κάποια δύναμη ακατανίκητη με σπρώχνει να συγκρίνω καθέναν από μάς ανάμεσα στον κόσμο· και τούς άλλους θνητούς, με κάποια από τις βραχώδεις αυτές μορφές πού προβάλλουν μοναχικές μέσα από τη θάλασσα. Είμαστε κι εμείς θνητοί σαν τα νησιά. ’Άλλα είναι γλυκά και καλόβολα και μπορείς εκεί να πας ν’ αράξεις με ηδονή– κι άλλα είναι τραχιά και σχεδόν απρόσιτα” κι άλλα στεγνά, ξερά– κι άλλα ομαλά, θλιβερά ή χαριτωμένα»[3].
Δεν είναι τυχαίο ότι και οι δύο Νομπελίστες της Ελλάδος έγραψαν για το Αιγαίο Πέλαγος τη Θάλασσα και την περιπέτεια του ανθρώπου: Ο Γιώργος Σεφέρης (Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1963) και ο Οδυσσέας Ελύτης (Νομπέλ Λογοτεχνίας το 1979).
Πολλοί επώνυμοι τραγούδησαν το Αιγαίο, σ’ ένα μόνο όμως αποδόθηκε ο τίτλος ποιητής του Αιγαίου: στον Οδυσσέα Ελύτη. Του ποιητή που αγάπησε το Αιγαίο όσο κανείς άλλος και το τραγούδησε σε όλο του το έργο, αναδεικνύοντας με ευαισθησία και οξύνοια την ομορφιά, τις ιδιαιτερότητες και τη μοναδικότητά του.
Ο Οδυσσέας Ελύτης θα τραγουδήσει στην ποίησή του με μια σχεδόν αειθαλή νεότητα το ελληνικό τοπίο, τον ήλιο και τη θάλασσα. Σύμφωνα με μια κατεστημένη έκφραση, που δεν βλέπω τον λόγο γιατί θα έπρεπε να την αποφύγουμε, ο Ελύτης θα «ανακαλύψει» το Αιγαίο και μάλιστα σε μια ιστορικώς στενόχωρη εποχή, όταν στην Ελλάδα διαδραματίζεται μια ακόμη πράξη της συχνά επαναλαμβανόμενης τραγωδίας των δικτατοριών του εικοστού αιώνα. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 το ανέφελο μέχρι τότε ποιητικό όραμα του Ελύτη αρχίζει να σκοτεινιάζει, ενώ έρχονται στην επιφάνεια φιλοσοφικοί προβληματισμοί που δίνουν άλλες διαστάσεις στο έργο του. Παρά ταύτα ο Ελύτης έχει παραμείνει στη συνείδηση του κοινού ως ο ποιητής του Αιγαίου, των νησιών και της θάλασσας.
Το Αιγαίο γράφει ό Οδύσσειας Ελύτης «είναι από ύλη ή πνεύμα (δεν έχει σημασία) οδηγημένα στο ουσιώδες.»
Αυτό το ουσιώδες συνήθως προσπερνάμε στην τρέχουσα μη πνευματική και άκρως υπολογιστική εποχή μας, αυτό το ουσιώδες όχι μόνον για το Αιγαίο αλλά και για το ίδιο το μυστήριο της Ύπαρξης, που ο Οδυσσέας Ελύτης ζήτησε να βρει και να διατυπώσει σ’ όλο το μάκρος του έργου του.
«Ένα δειλινό στο Αιγαίο, γράφει ό Οδυσσέας Ελύτης, περιλαμβάνει τη χαρά και τη λύπη σε τόσες ίσες δόσεις που δε μένει στο τέλος παρά η αλήθεια».
Για τον Γ. Σεφέρη, το τοπίο του Αιγαίου αλλάζει. Το πέλαγος, το Αιγαίο, δεν είναι ένας αθώος εξωιστορικός τόπος ευδίας και ευδαιμονίας. Ανάμεσα στον ομηρικό Οδυσσέα, για παράδειγμα -του οποίου η συμβολική διάσταση έχει απλώσει ρίζες στην παγκόσμια λογοτεχνία1 – και στο Στράτη Θαλασσινό, πρωταγωνιστή του Σεφέρη παρεμβάλλονται μερικές δεκάδες αιώνων. Ο Σεφέρης χρησιμοποιεί τον Στράτη ως άλλον Οδυσσέα, να βιώνει τη θλίψη της νοσταλγίας, αποκομμένος και μόνος, να αναζητά στο παρελθόν κάποια σημάδια της προσωπικής πια ταυτότητάς του, η οποία εμπεριέχει τα πονεμένα ελληνικά στοιχεία. Ο Σεφέρης δεμένος με την πραγματικότητα έφερε στον ελληνικό στίχο τον τόνο της ύφεσης. Ο Σεφέρης τάσσεται με αυτούς που δεν είναι ήρωες εκείνους που τους τρώει το ταξίδι, με το ταπεινό εκείνο μέρος της ανθρωπότητας που δεν φωτίζεται και δεν απασχολεί κανένα έπος .
Το Αιγαίο, δεν ήταν τόπος ανέφελος και για τον Γιάννη Ρίτσο. Με πίκρα περισσότερο παρά με ειρωνική πρόθεση, στο ποίημα «Α. Β. Γ.» της συλλογής «Πέτρινος χρόνος» τού 1949 (γράφτηκε στη Μακρόνησο και πρωτοεκδόθηκε στο Βουκουρέστι το 1957) ο εξόριστος Ρίτσος επαναλαμβάνει τρεις φορές (ελαφρότατα παραλλαγμένη) την πρόταση «Α, ναι, μιλούσαμε κάποτε για μια ποίηση αιγαιοπελαγίτικη». Την τρίτη φορά μάλιστα οξύνει το σχόλιό του προσθέτοντας το «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ». Με την επιλογή των κεφαλαίων είναι σαν να χαράζει επιτύμβιο πάνω σε μια πέτρα του ξερονησιού-νέου Παρθενώνα.
Μπορείτε να συνεχίσετε την ανάγνωση σας αναζητώντας το 169ο τεύχος, του περιοδικού Η Λέξη που είναι αφιερωμένο στο Αιγαίο. «Κείμενα πολλά και διαλεχτά, ανάμεσά τους ξεχωρίσαμε εκείνο το μικρό αθησαύριστο του Οδυσσέα Ελύτη όπου ξεκαθαρίζει αν είναι ή όχι «ποιητής του Αιγαίου», του Κώστα Γεωργουσόπουλου, που συνδέει το ελληνικό αρχιπέλαγος με τους τραγικούς μας, του Μ. Γ. Μερακλή («Το Αιγαίο του Ανδρέα Κάλβου»), του Μάριου Πλωρίτη («Η δίμορφη Σαντορίνη»), του Αδαμάντιου Πεπελάση («Το Αιγαίο του πολιτισμού και της ανάπτυξης»), του Μανόλη Γλέζου («Ανάφη»), του Ιάκωβου Καμπανέλλη (όπου θυμάται τη Νάξο των παιδικών του χρόνων), της Αθηνάς Σχινά («Ο Θεόφιλος και η θάλασσα»), της Ιωάννας Ζερβού («Αιγαίο και ποίηση»), και άλλων, ενώ οι Βασίλης Καλαμαράς, Χάρης Βλαβιανός και Ντίνος Σιώτης προσφέρουν τους στίχους τους. Ως πλέον κοσμαγάπητο από όλα τα νησιά του αρχιπελάγους αποδεικνύεται η Αμοργός (γράφουν γι’ αυτήν η Αννα Συνοδινού, η Λίλα Μαραγκού, η Μαρία Φωστιέρη κ.ά.). Αλλά και τα Δωδεκάνησα έχουν πολλούς και θερμούς υποστηρικτές (Θεμελίνα Καπελλά, Γιάννης Εμίρης, Ματθαίος Μουντές, Βερονίκη Δαλακούρα κ.ά.)[4].
Επίσης στο καλοκαιρινό τεύχος (Νο 19) της Ποίησης [5] ανάμεσα σε πρωτότυπη ποίηση των Ε. Αρανίτση, Τ. Δενέγρη, Τ. Βαρβιτσιώτη, Κ. Λυμπέρη, Μ. Λαμπαδαρίδου-Πόθου, Β. Αμανατίδη, Σ. Ανδρεάδη κ.ά. μπορεί κανείς να διαβάσει τις μελέτες του Ευριπίδη Γαραντούδη (με θέμα τις «Σκοτεινές μπαλλάντες του Νάσου Βαγενά και την κρίση του ελεύθερου στίχου») και του Δημήτρη Κόκορη (για τη συλλογή του Ελύτη «Δυτικά της λύπης»). Η Μαρία Τοπάλη μεταφράζει και σχολιάζει εννέα από τα σημαντικότερα ποιήματα του Μπέρτολτ Μπρεχτ – ανάμεσά τους την «Μπαλάντα των πειρατών» και το «Παπούτσι του Εμπεδοκλή» –[6].»
- θαλασσινή ανθολογία , Δημήτρη Δασκαλόπουλου, H ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 7 ΗΜΕΡΕΣ,KYPIAKH 6 ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 1995
- Eνα κοχύλι απ’ το αιγαίο, Κώστα Ζουγρή, Eλευθεροτυπία, Βιβλιοθήκη, Σάββατο 2 Ιουλίου 2011
- Περιοδικό Ναυτική Ελλάς 40 Απρίλιος 2007, Ομιλία της συγγραφέως κ. Ιουλίτας Ηλιοπονλου κατά την εκδήλωση της Ε.Θ.Ε. στο Πολεμικό Μουσείο στις 5 Μαρτίου 2007
[1] Εισαγωγή στην ποίηση του Σεφέρη, Επιλογή κριτικών κειμένων, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Επιμέλεια: Δημήτρης Δασκαλόπουλος
[2] ΜΑΡΙΝΙΑΚ (A.de MARIGNAC), Cyclades (Avant-propos de PAUL VALERY), “CASTALIE”, Athenes,1936
[3] Καραντώνης Α., Για τον Οδυσσέα Ελύτη, Παπαδήµας, Αθήνα, 1980.
[4] Περιοδικό Η Λέξη 169 τεύχος , « Αφιέρωμα στο Αιγαίο» Μάιος Ιούνιος 2002
[5] Ποίηση τεύχος 19 Άνοιξη – Καλοκαίρι 2002
[6] Εφημερίδα το Βήμα : Χορταστικές σελίδες για το καλοκαίρι, Ποίηση στο Αιγαίο, περιοδικά, ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ: 21/07/2002
http://www.tovima.gr/books-ideas/article/?aid=144280